Καλοκαίρι

Της Ελευθερίας Μηλάκη

Es wäre nicht schwer, es hätte dein Gewicht ♥

Στεκόμουν στη στάση του λεωφορείου, ήταν Μεγάλη Εβδομάδα, πρωί, μπροστά στο ζαχαροπλαστείο. Περιμένοντας, παρατηρούσα γύρω μου. Ξένοι εργάτες κουβάλησαν κάποιες προμήθειες, είδα τη ζαχαροπλάστρια να προσφέρει στον καθένα ένα παγωτό χωνάκι κρέμα. Ένας νεαρός βοηθούσε μια αδύναμη γριούλα να διασχίσει το δρόμο. Για μια στιγμή όλα φαίνονταν μαγικά… Δεν υπάρχει τίποτα το μαγικό όσο δεν υπάρχει αξιοπρέπεια τουλάχιστον στην υγεία. Όσοι από γενιά σε γενιά δουλεύουμε για ένα και μόνο πράγμα, για μια ζωή με αξιοπρέπεια, βλέπουμε ότι κάτι δεν πάει καλά σε αυτό τον τόπο εδώ και κάμποσο καιρό…

Ήρθε το λεωφορείο. Δροσιά, φως, όλα αυτά που κάνουν αυτό τον τόπο τόσο ελκυστικό για ανατολικούς και δυτικούς… Σε λίγη ώρα με βρήκε η θλιβερή είδηση για το θάνατο μιας παλιάς μου φίλης, της Μαρίας του Γραφείου. Την τελευταία φορά την είχα συναντήσει σε ένα φούρνο στη γειτονιά, στηριζόταν σε μπαστούνι. Είχε διάφορα προβλήματα υγείας, ήταν πια και πάνω από ογδόντα, ζούσε σε γηροκομείο. Όλες τις υπόλοιπες μέρες μου συνέβη κάτι παράδοξο. Έβλεπα παντού τη Μαρία, θυμόμουν τις ατάκες της, σαν μια σκιά… Από τρελό και από μικρό μαθαίνεις την αλήθεια, λέει η λαϊκή σοφία… Τρελός! Τι λέξη και πόσες ερμηνείες…

Διασχίζοντας το δρόμο στην Εθνικής Αντιστάσεως. Πέρασε μια μπλε νταλίκα και παράλληλα ένα μπλε πατίνι που το οδηγούσε ένας μαύρος. Εκείνη τη στιγμή σωριάστηκα στο οδόστρωμα, γλύστρησα, όμως δεν χτύπησα, σηκώθηκα, τίναξα τη σκόνη και ανέβηκα τα σκαλάκια που ήταν μπροστά μου. Μαρία, έρχεται καλοκαίρι. Να, αυτά τα παππούτσια τα είχα από πρόπερσι, σκέφτηκα να τα φορέσω ακόμα λίγο, έχω και αυτά που αγόρασα πέρυσι… Η Μαρία ήταν ψηλή και γεροδεμένη, με πράσινα μάτια, είχα ακούσει ότι στα νιάτα της ήταν πολύ όμορφη, τη φανταζόμουν σαν μια κρητική εκδοχή της Σοφίας Λόρεν, αν και όταν τη γνώρισα εγώ, όταν ήμουν μαθήτρια δημοτικού, θα ήταν ήδη γύρω στα πενήντα. Μιλούσε συνέχεια, ήταν αθυρόστομη, έθιγε θέματα που τότε ήταν ταμπού. Ήταν σε δημόσια υπηρεσία, αλλά δεν δούλευε. Κάποιοι θεωρούσαν ότι είχε ψυχολογικά προβλήματα. Εγώ πίστευα ότι είναι απλά πολύ έξυπνη, αυτό ήταν το πρόβλημά της. Η ίδια ισχυριζόταν επί χρόνια, όσα χρόνια τη θυμάμαι στο γραφείο, ότι υπέφερε από «κλιμακτήριο». Οι διευθυντές και οι συνάδελφοι έδειχναν κατανόηση. 

Ήταν μόνη. Πρέπει να ήταν αρραβωνιασμένη μία δύο φορές, αλλά χώρισε. Δεν είχε παιδιά, αγαπούσε όμως πολύ τα ανίψια της. Διάβαζε πολύ, της άρεσε να μαζεύει βιβλία, έγραφε και η ίδια και μάλιστα είχε βραβευτεί για κάποιο έργο της. Αυτό το θέμα με το αδυνάτισμα κάθε αρχή καλοκαιριού… Για να είσαι κομψή δεν πρέπει να ασχολείσαι με τίποτα άλλο. Αυτό που μπορούν, το κάνουν!!! Είχε μια αντιπάθεια για τις γυναίκες που κατάφεραν να παρουσιαστούν στην κοινωνία ως τυπικές σύζυγοι, ένα είδος ζήλειας, γιατί η κοινωνία αυτή, όπως τη θυμάμαι, είχε πολύ μεγάλο μίσος απέναντι στη «γεροντοκόρη», τη «χωρισμένη», τη χήρα, την ανύπανδρη μητέρα… Και εκείνος ο φασίστας, αυτός ο συνάδελφός τους που ήταν φασίστας φανερά, γιατί ήτανε και άλλοι κρυφοί και αξιοπρεπείς, αυτός διασκέδαζε με τον εκκεντρικό χαρακτήρα της. Μια μέρα στην κουζίνα φτιάχνανε… κεφίρ, ήταν δεκαετία του ΄80, στον ίδιο εκείνο δρόμο, στην Εθνικής Αντιστάσεως. Ένας πολίτης ήθελε να εξυπηρετηθεί και ο φασίστας ανακοίνωσε «αυτές τώρα… τυροκομούν»!!! Η Μαρία ενδιαφερόταν να κάνει μια νέα αρχή, όμως οι υποψήφιοι δεν έδειχναν το ίδιο ενδιαφέρον, όσο και αν εκείνη δήλωνε φανερά, κύριε ΚΜ αφήστε με να σας φλερτάρω λίγο! Ένας άλλος, διαζευγμένος καιρό, απέρριψε το φλερτ της και έβγαλε για εκείνον ένα στίχο: Όπου δεις κοκκινοτρίχη και έχει μάτια γαλανά, είναι γέννημα διαβόλου και παιδί του Σατανά! Εκτός από ένα γέρο, ένα πολίτη που ερχόταν για μια υπόθεσή του. Ήταν νομίζω συνταξιούχος δικηγόρος, κρατούσε και ένα βαλιτσάκι, χαρτοφύλακα δηλαδή. Η κοπέλα είναι ανύπανδρος; Ρωτούσε. Ασφαλώς θα ενδιαφέρεται να νυμφευθεί!

Μια μέρα είχα συναντήσει τη Μαρία στη στάση του λεωφορείου έξω από το σπίτι μου και της αποκάλυψα ότι και εμένα μου αρέσει να γράφω. Μου έδωσε τη συμβουλή της. Να προσέχεις με τη γραφή σου. Να μοιράζεσαι τη γραφή σου με αυτούς που θα την εκτιμήσουν… Εγώ, για να πω τότε την αλήθεια, δεν θεωρούσα ότι η «γραφή» μου είναι κάτι παραπάνω από μια προσωπική μου ανάγκη για έκφραση, όμως η γραφή αποκτά υπόσταση, υπάρχει, όταν κάποιος, έστω και ένας, τη διαβάσει. Η ίδια πιθανότατα θεωρούσε ότι η γραφή της είχε σημασία, είχε μια αυτοπεποίθηση η Μαρία, μια σιγουριά, ήταν μια πολύ διαφορετική γυναίκα, δεν είχα συναντήσει καμία άλλη σαν εκείνη. 

Ακόμα και στη δεκαετία του ΄90 η μικρότερη αδερφή μου τη θυμόταν στο γραφείο. Μου είχε περιγράψει διάφορα περιστατικά, μια φορά είχε παραγγείλει ένα τεράστιο ψητό ψάρι, έφαγε λίγο και το υπόλοιπο το πέταξε στα σκουπίδια μαζί με το κουτί. Η μικρή ισχυριζόταν ότι είχε παρατηρήσει περίεργες ενδυματολογικές επιλογές, οι οποίες δεν περιγράφονται! Αρχικά είχε διοριστεί στη Μυτιλήνη ως εργοδηγός. Δεν ενέπνεε εμπιστοσύνη για να μοιραστεί κάποιος τη ζωή του μαζί της και όμως ήταν τόσο αυθόρμητη, τόσο ταλαντούχος, τόσο ξεχωριστή. Και τι έγινε. Καλύτερα που έχω μια δουλειά, παρά να είμαι σαν αυτές που τις παντρεύονται και τις φυλακίζουν, επειδή τις συντηρούν… Αν ο άνθρωπος είναι κακός, είτε σε συντηρεί είτε όχι… Ο φασίστας ας πούμε, τον θυμάσαι; Υποτίθεται η γυναίκα του είχε προίκα, όμως την κακοποιούσε, την είχε κάνει ζόμπι… Και όχι μόνο τη γυναίκα του, αλλά και τα παιδιά.. Η παράνοια είναι κακός σύμβουλος και άλλο παρανοϊκός, άλλο… τρελός! Εκ-κεντρικός. Με δύο Κ γράφεται και προφέρουμε και τα δύο. 

Τηλεφώνησα στη θεία Κ. Έζησε και αυτή μόνη… Μια γυναίκα μόνη την αντιμετώπιζαν οι άλλοι σαν παιδάκι χαζό. Προκάτ αντιλήψεις… Θεία, είδες το σταυρό που φορούσε η Μαρέβα στην εκκλησία; Μα γιατί έβαλε τέτοιο σταυρό… Ε, γιατί είναι μοντέρνα! Το ρομπότ Σοφία το είδες; Ναι! Και μιλεί με τσ’ αθρώπους! Οι… αδικοθάνατοι! Η Μαρία, όταν κάποιος δεν της άρεσε και ήθελε να το σχολιάσει με ευγένεια, έλεγε, βαρύ πνεύμα! Εκειοσές. Βαρύ πνεύμα…♥ Στίχος από γερμανικό ποίημα: Δεν θα ήταν βαρύ (= δύσκολο). Θα είχε το βάρος σου…

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

* Το email σας δεν θα εμφανιστεί